14 Απριλίου 2012

Το ομηρικό ζήτημα και η σύνθεση των επών.

Σήμερα η Ιλιάδα και η Οδύσσεια παραδίδονται με το όνομα του Ομήρου ως δημιουργού τους. Παρ’ όλα αυτά ορισμένοι μελετητές βασισμένοι σε ανακολουθίες και παράδοξα που συναντά κανείς στη δομή, τη γλώσσα και την υπόθεση των δύο έργων υπέθεταν ότι, τόσο η Ιλιάδα, όσο και η Οδύσσεια μπορεί να είναι έργο περισσότερων του ενός ποιητών. Έπειτα, κι αν ακόμα γίνει δεκτό ότι είναι έργα ενός ποιητή, μένει να αποδειχτεί αν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο και στις δύο περιπτώσεις. Όλα αυτά τα ερωτήματα της νεότερης φιλολογικής έρευνας σε σχέση με την πατρότητα των επών και τον τρόπο με τον οποίο αυτά συνετέθησαν αποτελούν το περίφημο «ομηρικό ζήτημα».

Το ομηρικό ζήτημα των νεότερων χρόνων όμως έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Μια ματιά στη λακωνική τέχνη και λογοτεχνία μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως τα επικά ποιήματα ήταν γνωστά στη Σπάρτη ήδη τον 7ο αιώνα. Η παράδοση αποδίδει την εισαγωγή τους στο Λυκούργο. Αντίθετα, στην Αθήνα φαίνεται ότι εισήχθησαν στα τέλη του 6ου αιώνα και γνωρίζουμε ότι ραψωδικοί αγώνες ενσωματώθηκαν στα Παναθήναια από τον Ίππαρχο. Στο εξής δηλαδή ένα σταθερό κείμενο δέσμευε τους ραψωδούς στην απαγγελία των επών. Η διερεύνηση των αντιφάσεων στο ομηρικό κείμενο είναι δυνατή, εφόσον κάποιος έχει το κείμενο στα χέρια του. Τελικά, τον 4ο αιώνα ο Ζωίλος από την Αμφίπολη πραγματοποιεί μια μελέτη των επών και αμφισβητεί την αξιοπιστία του πεισιστράτειου κειμένου βρίσκοντας παρεμβολές και αλλοιώσεις στην αρχική μορφή τους λόγω των επαινετικών για τους Αθηναίους στίχων σε διάφορα σημεία. Η επίθεση αυτή, που καταλόγιζε ιστορικές και πολιτικές σκοπιμότητες στην αθηναϊκή πλευρά, άνοιξε το δρόμο για τη διατύπωση αμφιβολιών σχετικά με την αξιοπιστία των γραπτών κειμένων που σώζονταν ως τότε.

Οι αρχαίες μαρτυρίες κάνουν επίσης λόγο για πολλές και διαφορετικές εκδόσεις του Ομήρου. Υπήρχαν εκείνες που ως επίσημες φυλάσσονταν στα αρχεία των πόλεων και ήταν ευάλωτες σε παρεμβολές λόγω πολιτικής σκοπιμότητας. Υπήρχαν άλλες, ιδιωτικές, που διασκευάζονταν, ώστε να αποτελέσουν εκπαιδευτικό υλικό για νέους και άλλες, εκλαϊκευμένες, που ενίσχυαν το τοπικιστικό αίσθημα διασκευασμένες ανά περιοχή. Το ετερόκλητο αυτό πλήθος των ομηρικών εκδόσεων πέρασε στα χέρια των φιλολόγων της ελληνιστικής περιόδου, οι οποίοι προσπάθησαν να διορθώσουν τα έπη εφαρμόζοντας για πρώτη φορά συστηματικές μεθόδους. Βασισμένοι στις γλωσσολογικές, ιστορικές και μυθολογικές τους γνώσεις προσπάθησαν να αποδώσουν την αρχική μορφή των επών. Από την Αλεξάνδρεια ξεχώρισαν πολλοί, όπως ο Ζηνόδοτος ο Εφέσιος, ο μαθητής του ο Ερατοσθένης, ο διάδοχος Αριστοφάνης ο Βυζάντιος και βέβαια ο μαθητής του Αριστοφάνη, ο Αρίσταρχος από τη Σαμοθράκη, τα Σχόλια του οποίου διακρίθηκαν για την πληρότητα και το επιστημονικό τους βάθος. Δυστυχώς οι εργασίες του χάθηκαν και ό τι ξέρουμε γι’ αυτές προέρχεται από έμμεσες μαρτυρίες. Στην Πέργαμο επίσης αναπτύχθηκε αξιόλογη πνευματική κίνηση με κύριο εκπρόσωπο τον Κράτη από τη Μαλλό της Κιλικίας.

Εντοπίζοντας διαφορές σε επίπεδο ύφους και γλώσσας μερικοί φιλόλογοι της ελληνιστικής περιόδου, οι περίφημοι χωρίζοντες, δέχονταν την πιθανότητα η Ιλιάδα και η Οδύσσεια να μην είναι έργα του ίδιου ποιητή, του Ομήρου εν προκειμένω. Από την ομάδα αυτή μας είναι γνωστά μόνο τα ονόματα του Ξένωνος και του Ελλάνικου. Σε κάθε περίπτωση οι αρχαίοι δέχονταν ότι ο Όμηρος υπήρξε πράγματι ως ποιητής κάποιων από τα έπη που σώθηκαν ολόκληρα και του απέδιδαν άλλα που ήταν αποσπασματικά ή είχαν στο μεταξύ χαθεί. Αυτό που έμεινε στη μέση με το τέλος της αρχαιότητας συνεχίστηκε εκ νέου από την περίοδο του Διαφωτισμού και μετά. Οι θεωρίες της ανάλυσης αυτή τη φορά προχώρησαν ακόμη περισσότερο υποστηρίζοντας την πολλαπλή πατρότητα καθενός έπους και περιόρισαν τον Όμηρο στο ρόλο του διασκευαστή.

Στην προσπάθειά μας να βάλουμε κάποια τάξη στις αναλυτικές θεωρίες της νεότερης εποχής που σχετίζονται με τη μελέτη των ομηρικών επών και να τις καταστήσουμε έτσι πιο γνωστές, διατρέχουμε τον κίνδυνο να προβούμε σε γενικεύσεις, που αποσπούν την προσοχή μας από ένα μεγάλο αριθμό λεπτομερειών ειδικού βάρους. Εντούτοις, για την καλύτερη κατανόησή τους δεχόμαστε το διαχωρισμό τους από τον καθηγητή Α. Lesky σε τρεις μεγάλες κατηγορίες. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ πως οι περισσότερες αναλυτικές θεωρίες είχαν ως αντικείμενο μελέτης την Ιλιάδα και με βάση αυτές επιχειρήθηκε η ανάλυση και της Οδύσσειας. Η πρώτη λοιπόν θεωρία είναι αυτή της επέκτασης, σύμφωνα με την οποία, υπήρχε κάποια Πρωτοϊλιάδα, μικρής αρχικά έκτασης, που αργότερα διογκώθηκε. Εδώ εντάσσονται μελετητές, όπως οι dAubignac, Wolf και Hermann. Σε γενικές γραμμές γίνεται δεκτό ότι στο πέρασμα των χρόνων δίπλα στο βασικό πυρήνα του έργου, που είναι η οργή του Αχιλλέα, προσετέθησαν και άλλα επικά θέματα και ο Όμηρος απλώς τα συνταίριαξε κάπως αδέξια σε ένα ποίημα εκτενές πιθανόν με τη βοήθεια της γραφής. Η δεύτερη είναι η θεωρία των ασμάτων, με επικεφαλής τους Heyn και Lachmann, σύμφωνα με τον οποίους η Ιλιάδα προήλθε από τη συνένωση μεμονωμένων επικών τραγουδιών λαϊκής δημιουργίας, που με τον καιρό συνενώθηκαν οργανικά ως ενιαίο σώμα. Η λαϊκή προέλευση των τραγουδιών εξηγεί και τις ανακολουθίες που εντοπίζουν οι λόγιοι μέσα στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Η τρίτη θεωρία είναι αυτή της συρραφής με επικεφαλής τους Kirckoff και Wilamovitz που υποστηρίζουν ότι τόσο η Ιλιάδα, όσο και η Οδύσσεια προέρχονται από συνένωση μικρότερων επών διαφορετικής ποιητικής αξίας και μεγέθους. Έτσι δικαιολογείται η συνύπαρξη ορισμένων χωρίων που στερούνται λογοτεχνικής ποιότητας με άλλα υψηλής ποιητικής αξίας.

Υπερασπιστές της ενότητας από την άλλη υπήρξαν ήδη από την αρχαιότητα. Ο Αριστοτέλης, που είχε μάλλον κάποια γνώση για τις πρώιμες φιλολογικές έριδες, έδινε προτεραιότητα στο αριστοτεχνικό συνολικό σχέδιο των δύο επών και δεν υποστήριξε ποτέ το ενδεχόμενο άλλος να είναι ο ποιητής της Ιλιάδας και άλλος της Οδύσσειας. Πόσο μάλλον το ενδεχόμενο της πολλαπλής πατρότητας καθενός έπους. Στους νεότερους χρόνους επιχειρήθηκε μια προσπάθεια από την πλευρά ορισμένων μελετητών να καταδειχθεί η ενότητα των ομηρικών επών βασισμένη σε 2 άξονες. Αποδόθηκε αρχικά προτεραιότητα στο συνολικό σχέδιο των επών που μπορεί να οδηγήσει σε ένα μόνον ποιητή. Έπειτα, οι φιλόλογοι αξιοποιώντας τις μελέτες των Parry και Lord πάνω στο νοτιοσλαβικό τραγούδι και τα πορίσματά τους για τη φύση της προφορικής ποίησης (oral composition) ακόμη και σε μέρη που η γραφή είναι διαδεδομένη, άνοιξαν νέους δρόμους στην ομηρική έρευνα. Έτσι μπόρεσαν να εξηγήσουν τις ομηρικές ανακολουθίες και τις επαναλαμβανόμενες φράσεις και λέξεις, τα τυποποιημένα πρότυπα πλοκής και τις τυπικές σκηνές. Όλα αυτά δεν ήταν απόδειξη, όπως υποστήριζαν οι αναλυτικοί, της συνένωσης διαφορετικών επών ή τραγουδιών σε ένα συμπίλημα από κάποιο διασκευαστή, αλλά η απόδειξη της ιδιαιτερότητας της προφορικής ποίησης που υπακούει στους δικούς της νόμους. Μιας ποίησης που δεν προοριζόταν για την γραφή, άσχετο αν αυτή υπήρχε, αλλά για προφορική απαγγελία.

Αν οι αοιδοί δεν ενδιαφέρονταν να κάνουν γνωστό το όνομά τους, αφού απέδιδαν την έμπνευσή τους σε κάποια θεότητα, πώς η Ιλιάδα και η Οδύσσεια έμειναν γνωστές με το όνομα του Ομήρου; Πράγματι, ένα προφορικό ποίημα δε θα έπρεπε να αποδίδεται σε ένα συγκεκριμένο ποιητή. Αν αυτό δε συμβαίνει με την Ιλιάδα και την Οδύσσεια είναι γιατί πιθανότατα υπήρχε κάποια συντεχνία ποιητών στη Χίο, οι αποκαλούμενοι Ομηρίδες, που είχαν κάνει επάγγελμα την απαγγελία των ποιημάτων, όσων τέλος πάντων αποδίδονταν στον Όμηρο. Οι ποιητές αυτοί, στο βαθμό που είναι δεμένοι με ένα σταθερό κείμενο, που προορίζεται για απαγγελία, δε μπορούν να θεωρηθούν αοιδοί. Γίνεται δεκτό βέβαια ότι η πιθανότητα να αποστήθιζαν τα ποιήματα κάποιου Ομήρου, δίχως αυτά να είναι γραμμένα, είναι ελάχιστη λόγω της έκτασης της Ιλιάδας και πολύ περισσότερο της Οδύσσειας.

Το κεντρικό σχέδιο, τόσο της Ιλιάδας, όσο και της Οδύσσειας, υποδηλώνει ότι η σύνθεση διαφορετικών επεισοδίων σε ένα οργανικό σύνολο μπορεί να είναι έργο ενός ποιητή, που πιθανότατα χρησιμοποιεί τη γραφή. Το να μιλούν οι αναλυτικοί για παρεμβολές σε αυτό το στάδιο, όπου δηλαδή η γραφή χρησιμοποιείται ως βοηθητικό μέσο, έχει κάποια βάση και μπορεί να τεθεί προς συζήτηση. Είναι όμως παράλογο, σύμφωνα με τον Bowra, να μιλούμε για παρεμβολές από άλλα ποιήματα στο στάδιο της προφορικής σύνθεσης. Οι αοιδοί χρησιμοποιούσαν το παραδοσιακό υλικό κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με τις περιστάσεις και το ποίημα σε κάθε παρουσίαση ήταν δικό τους, στο βαθμό που εκείνοι επέλεγαν πως θα χρησιμοποιήσουν το υλικό αυτό και ποιες λεπτομέρειες θα συμπεριληφθούν.

Υπό αυτήν την έννοια η Ιλιάδα και η Οδύσσεια πράγματι δεν οφείλουν τα πάντα στον Όμηρο, καθώς αποτελούν τα κορυφαία έργα μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας βασισμένης στην προφορική παράδοση των αοιδών. Οι ομηρικές ανακολουθίες που βρίσκουμε στα ποιήματα είναι εγγενή χαρακτηριστικά της προφορικής ποίησης. Ήταν πολύ δύσκολο ένας ακροατής να τις αντιληφθεί καθώς το ενδιαφέρον εστιάζεται πάντα στο κύριο θέμα που εκτυλίσσεται εκείνη τη στιγμή. Έπειτα, οι αντιφάσεις που ανευρίσκονται στα κείμενα εντοπίζονται σε δευτερεύοντα και λιγότερα σημαντικά χωρία. Αντίθετα, το συνολικό σχέδιο των επών φανερώνει ότι οι πιθανότητες για την ύπαρξη ενός ποιητή για κάθε έπος είναι πολλές. Τέλος, πρέπει να προστεθεί σε αυτό και το προσωπικό άγγιγμα του δημιουργού που διαπερνά όλο το ποίημα. Από ένα πλήθος λογότυπων ο ποιητής επιλέγει κάθε φορά με συνέπεια έναν ορισμένο αριθμό στοιχείων, πράγμα που υποδηλώνει πειθαρχημένη χρήση και επιλογή ενός ποιητή.

6 Απριλίου 2012

Ὁμήρου Ἰλιάς, Γλωσσικά σχόλια, Α 33-52

Ὣς ἔφατ᾿, ἔδεισεν δ᾿ ὁ γέρων καὶ ἐπείθετο μύθῳ·
βῆ δ᾿ ἀκέων παρὰ θῖνα πολυφλοίσϐοιο θαλάσσης·
πολλὰ δ᾿ ἔπειτ᾿ ἀπάνευθε κιὼν ἠρᾶθ᾿ ὁ γεραιὸς 35
Ἀπόλλωνι ἄνακτι, τὸν ἠΰκομος τέκε Λητώ·
«Κλῦθί μευ ἀργυρότοξ᾿, ὃς Χρύσην ἀμφιϐέϐηκας
Κίλλαν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις,
Σμινθεῦ, εἴ ποτέ τοι χαρίεντ᾿ ἐπὶ νηὸν ἔρεψα,
ἢ εἰ δή ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί᾿ ἔκηα 40
ταύρων ἠδ᾿ αἰγῶν, τὸ δέ μοι κρήηνον ἐέλδωρ·
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν.»

Ὣς ἔφατ᾿ εὐχόμενος, τοῦ δ᾿ ἔκλυε Φοῖϐος Ἀπόλλων,
βῆ δὲ κατ᾿ Οὐλύμποιο καρήνων χωόμενος κῆρ,
τόξ᾿ ὤμοισιν ἔχων ἀμφηρεφέα τε φαρέτρην· 45
ἔκλαγξαν δ᾿ ἄρ᾿ ὀϊστοὶ ἐπ᾿ ὤμων χωομένοιο,
αὐτοῦ κινηθέντος· ὁ δ᾿ ἤϊε νυκτὶ ἐοικώς.
ἕζετ᾿ ἔπειτ᾿ ἀπάνευθε νεῶν, μετὰ δ᾿ ἰὸν ἕηκε·
δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετ᾿ ἀργυρέοιο βιοῖο·
οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς, 50
αὐτὰρ ἔπειτ᾿ αὐτοῖσι βέλος ἐχεπευκὲς ἐφιεὶς βάλλ᾿·
αἰεὶ δὲ πυραὶ νεκύων καίοντο θαμειαί.


ἀκέων / ασυν. ἄκων, χωρίς τη θέληση, εδώ σιωπηλός
ἀμφιβέβηκας / τριγυρνώ εδώ κι εκεί, παρίσταμαι παντού , όθεν προφυλάσσω
ἀπάνευθε / επιρ. χωριστά, μακριά από
κιὼν / μτχ. εκ του ρήματος κίω, πορεύομαι
ἠράθ' / γ΄ενικό παρατατικού εκ του ἀράομαι, προσευχόταν, επικαλούνταν
ζαθέην / ἄγαν ἱερήν, -ζα, -δια, αιολικός τύπος επίτασης εννοίας
ἶφι / επικ. επιρ. κρατερώς, στιβαρώς, γενναίως, βλ. Ἰφιγένεια
Σμινθεῦ / προσωνύμιο του Απόλλωνα < σμίνθος, σμίς, μῦς : ο ποντικός
νηὸν / ιων. ὁ νηός, ὁ ναὸς -οῦ, εδώ σε αιτ. ενικού
ἔρεψα / αορ. εκ του ρήματος ἐρέφω, καλύπτω με στέγη, κοσμώ με στεφάνι
πίονα / ὁ πίων - ουσα -ον, παχύν, λιπαρόν, πλούσιον
ἔκηα / επικ. αορ. εκ του ρήματος καίω
κρήηνον / προστ. αορ. β' ενικό εκ του ρήματος κραιαίνω > κραίνω, συμπληρώνω
ἐέλδωρ / τὸ ἔλδωρ, το λάφυρο, το γέρας
καρήνων / τὸ κάρηνον, το κεφάλι, μτφ. εδώ η βουνοκορφή
χωόμενος / χωόμενος κῆρ, χολιασμένος κατάκαρδα
κῆρ / το κέαρ, κῆρ, η καρδιά
ἀμφηρεφέα / ἀμφὶ + ἔρεβος (σκοτάδι), σκεπασμένη ολόγυρα, σκοτεινή, κλειστή
ὀϊστοὶ / αττ. οἰστοὶ < οἴσω, μελλοντας του φέρω, τα βέλη
ἤιε / ιων πρτ. εκ του ρήματος εἶμι
ἕζετ' / ἕζετο, μέλλοντας ἐδοῦμαι, κάθομαι χάμω
ἰὸν / ὁ ἰός, το βέλος
ἕηκε / επικ. αορ. εκ του ἵημι, αντι για ἧκε
βιοῖο / ὁ βιός, το όξο, ιων. γεν. ενικού βιοῖο
οὐρῆας / επικ. αιτ. πληθ. εκ του οὐρεύς, ὀρεύς, ο γάιδαρος
αὐτὰρ / αλλά βέβαια, πράγματι
ἀργοὺς / 1) εδώ, γρήγορους 2) λευκούς, βλ. ἄργιλος
ἐχεπευκὲς / 1) πικρό 2) οξύ, διαπεραστικό
ἐφιεὶς / μτχ. εκ του ἐφίημι, αφού έστειλε εναντίον, εξακόντισε
θαμειαὶ / ὁ θαμειὸς - ὰ - όν, πυκνός -η -o, βλ. ν.ε. θάμνος

4 Απριλίου 2012

Αρχαία Ελληνικά - Γ' Γυμνασίου - Άγνωστο κείμενο

Ι. ΚΕΙΜΕΝΟ

Ζεὺς Ἡρακλέα καὶ Τάνταλον γεννήσας, ὥσπερ οἱ μῦθοι λέγουσι καὶ πάντες πιστεύουσι, τὸν μὲν διὰ τὴν ἀρετὴν ἀθάνατον ἐποίησε, τὸν δὲ ταῖς μεγίσταις τιμωρίαις ἐκόλασεν, ὅτι κακὸς εἴη. Χρὴ οὖν ὑμᾶς ὀρέγεσθαι τῆς καλοκαγαθίας τούτοις παραδείγμασι χρωμένους καὶ μὴ μόνον τοῖς ὑφ' ἡμῶν εἰρημένοις ἐμμένειν, ἀλλὰ καὶ τῶν ποιητῶν τὰ βέλτιστα μανθάνειν καὶ τῶν ἄλλων σοφιστῶν ἀναγιγνώσκειν, εἴ τι χρήσιμον εἰρήκασιν. Ὥσπερ γὰρ τὴν μέλιτταν ὁρῶμεν ἐφ' ἅπαντα μὲν τὰ βλαστήματα ἐλθοῦσαν, ἀφ' ἑκάστου δὲ τὰ βέλτιστα λαμβάνουσαν, οὕτω δεῖ καὶ τοὺς νεανίας τοὺς ὀρεγομένους παιδείας μηδενὸς μὲν ἀπείρως ἔχειν, πανταχόθεν δὲ τὰ χρήσιμα συλλέγειν.

Γλωσσικά Σχόλια

ἐκόλασεν : εκ του ρήματος κολάζω, τιμωρώ

χρωμένους : μτχ. εκ του ρήματος χρῶμαι + δοτ, χρησιμοποιώ

ὀρέγεσθαι, ὀρεγομένους : εκ του ρήματος ὀρέγομαι + γεν, επιθυμώ

ἐμμένειν : ἐν + μένειν, εκ του ρήματος ἐμμένω + δοτ, παραμένω σε, μένω σταθερός σε

οὕτω : επίρρημα, έτσι

μηδενὸς ἀπείρως ἔχειν : εκ της περίφρασης μηδενὸς ἀπείρως ἔχω, δεν αφήνω τίποτε αδοκίμαστο

ΙΙ. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Α. Να αντιγράψετε στο τετράδιό σας το αρχαίο κείμενο 5 φορές και να το μελετήσετε προς ορθογραφία.

Β. Να μεταφέρετε το απόσπασμα στη νέα ελληνική.

Γ. Να κλιθούν και στους δύο αριθμούς οι παρακάτω τύποι :

Ἡρακλέα, Τάνταλον, μῦθοι, πάντες, ἀρετήν, τιμωρίαις, παραδείγμασι, ὑμᾶς, ποιητῶν, μέλιτταν, ἡμῶν, βλαστήματα

Δ. Να γραφούν οι υπόλοιποι βαθμοί των παρακάτω επιθέτων διατηρώντας το γένος, τον αριθμό και την πτώση:

μεγίσταις, βέλτιστα, χρήσιμα

Ε. Με τη βοήθεια του λεξικού της αρχαίας ελληνικής να γίνει χρονική αντικατάσταση στους παρακάτω τύπους :

λέγουσι, ἐποίησε, εἰρημένοις, μανθάνειν, ὁρῶμεν, ἐλθοῦσαν, λαμβάνουσαν

ΣΤ. Να χαρακτηρίσετε συντακτικά όλα τα απαρέμφατα και τις μετοχές του κειμένου.

Ζ. Να μεταφέρετε στον πλάγιο λόγο τον ευθύ σχηματίζοντας ειδικές δευτερεύουσες με προκαθορισμένες τις κύριες από τις οποίες εξαρτώνται. Έπειτα να προβείτε σε συντακτικό χαρακτηρισμό των δευτερευουσών προτάσεων που σχηματίσατε.

- Ζεὺς Ἡρακλέα καὶ Τάνταλον ἐγέννησεν.

Ὁ μῦθος λέγει...

Ὁ μῦθος ἔλεγεν...

- Ζεὺς Ἡρακλέα διὰ τὴν ἀρετὴν ἀθάνατον ἐποίησε.

Ὁ μῦθος λέγει...

Ὁ μῦθος ἔλεγεν...

Η. Να χαρακτηρίσετε συντακτικά τους παρακάτω τύπους :

Ἡρακλέα, διὰ τὴν ἀρετήν, ἀθάνατον, τιμωρίαις, ὑμᾶς, τῆς καλοκαγαθίας, παραδείγμασι, ὑφ' ἡμῶν, ἅπαντα, τοὺς νεανίας

Θ. «…ὅτι κακὸς εἴη» : Να γίνει πλήρης συντακτική αναγνώριση της δευτερεύουσας πρότασης.

2 Απριλίου 2012

Ξενοφῶντος Ἑλληνικά, Β. I, 25-26, Μετάφραση - Σχόλια


Β. I, 25-26

Η ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΤΟΥ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

[25] Ἀλκιβιάδης δὲ κατιδὼν ἐκ τῶν τειχῶν τοὺς μὲν Ἀθηναίους ἐν αἰγιαλῷ ὁρμοῦντας καὶ πρὸς οὐδεμιᾷ πόλει, τὰ δ᾽ ἐπιτήδεια ἐκ Σηστοῦ μετιόντας πεντεκαίδεκα σταδίους ἀπὸ τῶν νεῶν, τοὺς δὲ πολεμίους ἐν λιμένι καὶ πρὸς πόλει ἔχοντας πάντα, οὐκ ἐν καλῷ ἔφη αὐτοὺς ὁρμεῖν, ἀλλὰ μεθορμίσαι εἰς Σηστὸν παρῄνει πρός τε λιμένα καὶ πρὸς πόλιν.

[26] οὗ ὄντες ναυμαχήσετε, ἔφη, ὅταν βούλησθε. οἱ δὲ στρατηγοί, μάλιστα δὲ Τυδεὺς καὶ Μένανδρος, ἀπιέναι αὐτὸν ἐκέλευσαν. αὐτοὶ γὰρ νῦν στρατηγεῖν, οὐκ ἐκεῖνον. Καὶ ὁ μὲν ᾤχετο.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

[25] Ο Αλκιβιάδης, όταν παρατήρησε από ψηλά από τα τείχη του πύργου του ότι οι Αθηναίοι είχαν αγκυροβολήσει σε ανοιχτή /αμμώδη παραλία και μακριά από κάθε πόλη και ότι αναζητούσαν τα εφόδια από τη Σηστό, που απείχε από τα πλοία δεκαπέντε στάδια, ενώ (ότι) οι εχθροί (ναυλοχούσαν) σε λιμάνι και είχαν τα πάντα κοντά σε πόλη, τους είπε ότι δεν είχαν αράξει σε καλό μέρος και τους συμβούλευσε να μετακινηθούν στη Σηστό, αλλάζοντας αγκυροβόλι, κοντά σε λιμάνι και στην πόλη· «εκεί αν είστε, μπορείτε να ναυμαχήσετε —είπε— όταν το θελήσετε».

[26] Οι στρατηγοί όμως —ιδίως ο Τυδέας και ο Μένανδρος— τον πρόσταξαν να φύγει· γιατί (του είπαν) ότι τώρα οι ίδιοι ήταν στρατηγοί και όχι εκείνος. ‘Ετσι ο Αλκιβιάδης σηκώθηκε κι έφυγε.

ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ο Αλκιβιάδης βλέπει τις θέσεις και τις κινήσεις του αθηναϊκού και του σπαρτιατικού στόλου από τον πύργο του και καταλήγει ανήσυχος σε διαπιστώσεις, που διαγράφουν τις αρνητικές συνέπειες για τους συμπατριώτες του. Επισημαίνει την ακαταλληλότητα του μέρους που έχουν επιλέξει οι Αθηναίοι στρατηγοί για αγκυροβόλιο του στόλου. Οι τελευταίοι όμως αρνούνται να λάβουν υπόψην τους τα λεγόμενά του και τον περιφρονούν από υπεροπτική διάθεση και καχυποψία. Αλλά αυτή η άρνηση και η αποπομπή του Αλκιβιάδη είναι κακός οιωνός για την εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων.

ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ

1. Ἀλκιβιάδης : Υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, προικισμένος από τη φύση με σπουδαία προτερήματα. Διέθετε σωματική ωραιότητα και γοητεία, ευγένεια, ρητορική δεινότητα και πειστικότητα, ευστροφία και τόλμη. Ως άνθρωπος όμως δεν είχε ηθικές αρχές και ποιότητα ήθους, αλλά ήταν σπάταλος και άπληστος, υπέρμετρα φιλόδοξος και τυχοδιώκτης. Στο πρόσωπο του Αλκιβιάδη συνταιριάζονταν οι δύο ακραίες και συχνά αντιφατικές όψεις της αθηναϊκής κοινωνίας της εποχής του. Από τη μια δηλαδή, η πνευματική ανάταση του χρυσού αιώνα του Περικλέους και από την άλλη η ηθική διάβρωση της κοινωνίας κάτω από την επίδραση του πολέμου. Υπήρξε ένας από τους πιο γνωστούς μαθητές του Σωκράτη. Στο πλατωνικό Συμπόσιο εμφανίζεται δαφνοστεφανωμένος σε κατάσταση μέθης να του απευθύνει φιλοφρονήσεις. Σε μικρή ηλικία ασχολήθηκε με την πολιτική κι ήταν αυτός παρά τις επιφυλάξεις του Νικία που έπεισε τους Αθηναίους να αναλάβουν τη Σικελική εκστρατεία (415-413 π.Χ.), για την οποία και εξελέγη στρατηγός. Κατηγορήθηκε ως υπεύθυνος για την κοπή των Ερμών κεφαλών, πράξη που συγκλόνισε την κοινή γνώμη της Αθήνας, ιδιαίτερα ανήσυχη και φοβισμένη εκείνη την περίοδο, ενώ η εκστρατευτική δύναμη βρισκόταν μακριά από την πόλη και γι’ αυτό ανακλήθηκε για να δικαστεί. Φοβισμένος αυτομόλησε στη Σπάρτη, όπου και έδωσε ολέθριες για την πατρίδα του συμβουλές, μεταξύ των οποίων ήταν η προτροπή για κατάληψη της Δεκέλειας με στόχο τον αποκλεισμό της Αθήνας από τη στεριά. Θεωρήθηκε ύστερα ύποπτος και έτσι υποχρεώθηκε σε νέα φυγή. Άλλαξε τότε πολιτική στάση, προσέγγισε τους Πέρσες, και πάλι την Αθήνα, και πέτυχε την ανάκλησή του, αφού προηγουμένως στην Άβυδο και την Κύζικο (410 π.Χ.) καταναυμάχησε το στόλο των Λακεδαιμονίων. Επανήλθε στην Αθήνα (408 π.Χ.) νικητής και τροπαιούχος και διορίστηκε στρατηγός με απόλυτη εξουσιοδότηση. ‘Ομως θεωρήθηκε υπαίτιος για την ήττα που υπέστησαν οι Αθηναίοι από τους Λακεδαιμονίους στο Νότιον Ακρωτήριον, κοντά στην Έφεσο (407 πΧ). Έτσι περιέπεσε σε δυσμένεια, καθαιρέθηκε και αποσύρθηκε στη χερσόνησο της Καλλίπολης σε ιδιόκτητη οχυρωμένη περιοχή. Δολοφονήθηκε από όργανα της Σπάρτης.

2. κατιδὼν ἐκ τῶν τειχῶν : Ο Αλκιβιάδης παρακολουθεί με ενδιαφέρον από τα τείχη του ιδιόκτητου πύργου του στη Σηστό τις κινήσεις των αντίπαλων στόλων πριν τη μεγάλη μάχη. Στην πόλη είχε καταφύγει λόγω της καθαίρεσής του από το αξίωμα του στρατηγού μετά την αποτυχία στο Νότιο Ακρωτήριο (407 π.Χ.) και την ακόλουθη αυτοεξορία του.

3. ἐν αἰγιαλῷ ὁρμοῦντας...: Οι Αθηναίοι είχαν αγκυροβολήσει στους Αιγός ποταμούς και αντιμετώπιζαν δυσκολίες επισιτισμού, επειδή βρίσκονταν μακριά από κάποια πόλη, το λιμάνι της οποίας θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν και για τον ελλιμενισμό των πλοίων τους. Αναγκάζονταν επομένως να προμηθεύονται τρόφιμα από τη Σηστό σε μια απόσταση δεκαπέντε περίπου σταδίων σύμφωνα με τον Ξενοφώντα. Ο Αλκιβιάδης είχε διαισθανθεί σωστά την ακαταλληλότητα του μέρους, όπου οι Αθηναίοι στρατηγοί επέλεξαν για να αγκυροβολήσει ο στόλους τους.

4. ἐν λιμένι καὶ πρὸς πόλει : Σε αντίθεση με τους Αθηναίους ο Λύσανδρος είχε επιλέξει τη Λάμψακο για ορμητήριο του στόλου του εκμεταλλευόμενος όλα εκείνα τα πλεονεκτήματα που προσφέρει μια πόλη με μεγάλη επάρκεια τροφίμων και δικό της λιμάνι. Ο Αλκιβιάδης - και ως ένα βαθμό και ο ίδιος ο Ξενοφώντας – φαίνεται να πιστεύει πως αυτοί είναι δύο παράγοντες που θα μπορούσαν να καθορίσουν και το αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

5. Σηστός: Αρχαιότατη πόλη της θρακικής χερσονήσου, χτισμένη στο στενότερο μέρος του Ελλήσποντου, απέναντι από την Άβυδο που βρισκόταν στην ασιατική ακτή. Λόγω της σπουδαίας γεωγραφικής θέσης της έπαιξε αξιόλογο ρόλο στα ελληνικά πράγματα. Υπήρξε σύμμαχος της Αθήνας στην πρώτη αθηναϊκή συμμαχία (478-404 π.Χ.), ορμητήριο των Αθηναίων και το επίκεντρο πολλών πολεμικών εξελίξεων. Μετά τη ναυμαχία όμως στους Αιγός ποταμούς (405 π.Χ.) ο Λύσανδρος την κυρίεψε, τη λεηλάτησε, εξεδίωξε τους κατοίκους της και τους αντικατέστησε με τα πληρώματα του στόλου του. Όμως αργότερα οι κάτοικοι επανήλθαν στην πατρίδα τους, αλλά για χρόνια παρέμειναν κάτω από την εξουσία των Λακεδαιμονίων.

6. οἱ δὲ στρατηγοί..., ἀπιέναι αὐτὸν ἐκέλευσαν : Ο Ξενοφώντας σκιαγραφεί με τον πλέον παραστατικό τρόπο την αλαζονική συμπεριφορά των Αθηναίων στρατηγών στο πρόσωπο του Αλκιβιάδη. Αντί να σκεφτούν με ψυχραιμία ότι το μέρος που επέλεξαν για να αγκυροβολήσει ο στόλος, παρουσιάζει εμφανή μειονεκτήματα σε σχέση με το αντίστοιχο των αντιπάλων, εντούτοις, διώχνουν τον Αλκιβιάδη τυφλωμένοι από εγωισμό και αντιδραστική νοοτροπία. Αντιμετωπίζουν τις συμβουλές του με κακοπιστία και φαίνεται πως θεωρούν υποτιμητικό να δεχτούν συμβουλές από ένα εξόριστο συμπολίτη τους. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι ο Αλκιβιάδης πολλές φορές είχε δοκιμάσει τα όρια αντοχής των Αθηναίων ως προς τις αλήστου μνήμης πολιτικές του επιλογές σε τέτοιο βαθμό που η καχυποψία από την πλευρά των στρατηγών να είναι αναμενόμενη, αν όχι δικαιολογημένη.

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Στο απόσπασμα αυτό ο ιστορικός προβάλλει τη φυσιογνωμία του Αλκιβιάδη που αν και έχει αποσυρθεί από την ενεργό πολιτική δράση μετά την αυτοεξορία του στη θρακική χερσόνησο δε διστάζει να έρθει σε επαφή με τους Αθηναίους στρατηγούς και να κάνει ορισμένες καίριες επισημάνσεις για τη θέση των αντιπάλων δυνάμεων και τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από αυτή την επιλογή. Οι εκτιμήσεις αυτές του Αλκιβιάδη (οὐκ ἐν καλῷ ἔφη… ἀλλὰ παρῄνει μεθορμίσαι εἰς Σηστὸν...) δηλώνονται με μετοχικά σύνολα/σύνθετο λόγο (κατιδὼν... ὁρμοῦντας καὶ μετιόντας μέν ὁρμοῦντας καὶ ἔχοντας δέ), που δίνουν βάθος στη σκέψη και αισθητοποιούν κατά τρόπο συγκριτικό την υπεροχή των Λακεδαιμονίων. Επίσης, δηλώνονται με απαρέμφατα και με αντιθετικό λόγο. Τέλος, η απεγνωσμένη του προσπάθεια να πείσει τους Αθηναίους να μεταβούν σε άλλο μέρος εκφράζεται με τη χρήση του παρατατικού (παρῄνει … και κυρίως με τη μετάβαση από τον πλάγιο λόγο σε ευθύ, όπου εντοπίζεται και η ουσιώδης σύστασή του. ‘Ομως οι στρατηγοί των Αθηναίων τήρησαν στάση υπεροπτική και υποτιμητική απέναντι και στον ίδιο και στο διαγραφόμενο κίνδυνο. Και αυτήν τη διάθεσή τους τη δείχνει ο σύντομος και κοφτός, ο οξύς και κελευστικός λόγος, η αντίθεση και το ασύνδετο, που δεν αφήνουν περιθώρια για αμφισβήτηση και κριτική.

Ιδέες
1. Η πολεμική πείρα εύκολα εντοπίζει πλεονεκτήματα και αδυναμίες του πεδίου της μάχης.

2. Το αξίωμα απορρίπτει τις συμβουλές, ακόμα και τις ορθές, και γεννά την ειρωνεία και την αλαζονεία.